- ἐκβάλλοντας
- ἐκβάλλωthrowpres part act masc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ρήνος — (Rhein γερμανικά, Rhin γαλλικά, Rijn ολλανδικά). Ποταμός της κεντρικής Ευρώπης, που έχει συνολικό μήκος 1326 χλμ. και λεκάνη απορροής 225.000 τ. χλμ. Ο Ρ. είναι ένας από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους ποταμούς της Ευρώπης, φορέας… … Dictionary of Greek
ήπαρ — Με την ονομασία αυτή αναφέρεται συνήθως στα ιατρικά συγγράμματα το συκώτι, όργανο που βρίσκεται στον δεξιό υποδιαφραγματικό χώρο μεταξύ του διαφράγματος και του εγκάρσιου κόλου· εντοπίζεται στο ανώτερο τμήμα του επιγαστρίου, μπροστά στο πάνω… … Dictionary of Greek
Γιουγκοσλαβία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Παλαιότερη ονομασία: Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Έκταση: 102.173 τ.χλμ Πληθυσμός: 10.656.929 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Βελιγράδι (1.280.600 κάτ. το 2002)Κράτος … Dictionary of Greek
Ιρλανδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιρλανδίας Έκταση: 70.280 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.883.159 (2002) Πρωτεύουσα: Δουβλίνο (495.102 κάτ. το 2002)Νησιωτικό κράτος της βορειοδυτικής Ευρώπης. Καλύπτει τα πέντε έκτα της έκτασης του ομώνυμου νησιού που… … Dictionary of Greek
Κυαμόσωρος — Ονομασία ποταμού της Σικελίας, κατά την αρχαιότητα. Διέτρεχε την πόλη Κεντόριπα και αναφέρεται μόνο από τον Πολύβιο. Από την περιγραφή του προκύπτει ότι ο ποταμός περνούσε από τη Μεσσήνη και τις Συρακούσες, εκβάλλοντας στην ανατολική ακτή του… … Dictionary of Greek
Λουδίας — I Ποταμός (39 χλμ.) της δυτικής Μακεδονίας. Παλαιότερα, πριν αποξηρανθεί η λίμνη των Γιαννιτσών, ο Λ. πήγαζε από το όρος Βόρα (Καϊμακτσαλάν), περνούσε από τη λίμνη των Γιαννιτσών και κατέληγε στον Αξιό. Μετά την αποξήρανση της λίμνης, με ένα… … Dictionary of Greek
Οράγγης — (Orαnje). Ποταμός (περίπου 1.860 χλμ.) της Αφρικής, ο μακρότερος στο νότιο τμήμα της ηπείρου, που σχηματίζεται από τη συμβολή σε ένα μοναδικό ρου μεγάλου μέρους των χειμάρρων που κατέρχονται στο Λεσότο, από τη νότια πλευρά των ορέων Μοντ ω Σουρς … Dictionary of Greek
Παταγονία — (Patagonia). Περιοχή της Νότιας Αμερικής, της οποίας αποτελεί το νοτιότερο τμήμα. Αρχικά το όνομα δινόταν σε όλο το νoτιοαμερικανικό έδαφος στα Ν του 38ου παραλλήλου είτε προς τα Δ είτε προς τα Α της Κορδιλιέρας των Άνδεων. Αργότερα όμως η… … Dictionary of Greek
Σιέρα Λεόνε — Aπό γεωλογική άποψη η Σιέρα Λεόνε ανήκει στην εκτεταμένη εκείνη περιοχή στις παρυφές της βόρειας Aφρικής που, μολονότι παρέμεινε ουσιαστικά έξω από τις μεγαλειώδεις συρρικνώσεις του Tριτογενούς, υπέστη διαδικασίες ανανέωσης και επηρεάστηκε από… … Dictionary of Greek